γράφει ο Κώστας Χατζηαντωνίου
Δεν είναι νέα η προσπάθεια αναθεώρησης της Ιστορίας που εκτυλίσσεται στους καιρούς μας. Πάντα οι κοινωνικές και οι επιστημονικές εξελίξεις άλλαζαν την εικόνα και τις εκτιμήσεις επί των γεγονότων που αναπόφευκτα θα υπόκεινται εσαεί στην υποκειμενικότητα της ανθρώπινης παρατήρησης και αξιολόγησης. Στην Ελλάδα όμως, τα τελευταία χρόνια, δεν συμβαίνει αυτό. Αφού είδαμε και πάθαμε να απαλλαγούμε από την παραχάραξη που επεχείρησε τον εικοστό αιώνα η γνωστή (ταξική) σχολή ιστορικού υλισμού, βλέπουμε επ’ εσχάτοις να αναπτύσσεται στα (τρόπος του λέγειν) πανεπιστήμιά μας μια «νέα» τάση ιστορικού υλισμού. Η τάση αυτή, υβρίδιο όπου συναντώνται τα απωθημένα των παλαιών μαρξιστών και φιλοδοξίες των νέων καπιταλιστικών οργανισμών, χάριν της ελευθερίας του εμπορίου και των ιδιοτελών συμφερόντων μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων, μάχεται να διαστρεβλώσει με απίστευτα και συνειδητά ψεύδη την ιστορική αλήθεια. Και επειδή κάθε ευφυής εμπορική φιλοδοξία πρέπει να επενδύεται με ανιδιοτέλεια και επιστημονικό μανδύα, η προσπάθεια αυτή εκτελείται στο όνομα της απομυθοποίησης και της συμφιλίωσης των λαών...Έσχατο σύμπτωμα αυτού του φαινομένου, επιστημονικά μεν φαιδρό στην ουσία του, αλλά εξοργιστικό λόγω της μετ’ επιτάσεως προβολής του από μεγάλο μέσο μαζικής ενημέρωσης, συνιστά η πρόσφατη απόπειρα να επανερμηνευθεί το κορυφαίο γεγονός της επαναστάσεως του 1821 αλλά και γενικότερα, η περίοδος της τουρκοκρατίας που προηγήθηκε. Οι στρατηγικές στοχεύσεις αυτής της απόπειρας είναι πολλαπλές και διόλου τυχαίες. Κατ’ αρχήν η αμφισβήτηση της μακραίωνης εθνικής μας πορείας με εισαγωγή μιας θεωρίας περί γεννήσεως του ελληνικού έθνους τον 18ο ή και τον 19ο αιώνα! Παρουσιάζονται «καθηγητές», αγράμματοι κοινωνιολογικά αφού αγνοούν τη διαφορά των εννοιών φυλή, έθνος, εθνικό κράτος αλλά και αστοιχείωτοι ιστορικά αφού αγνοούν (;) πληθώρα ιστορικών πηγών και μαρτυρίες που ομιλούν για ελληνική εθνική συνείδηση αιώνες νωρίτερα. Η αμφισβήτηση αυτή έχει τεράστια εθνική σημασία και τρομερές συνέπειες. Διότι αν η επανάσταση και οι πόλεμοι που ακολούθησαν τον 19ο και 20ο αιώνα δεν είναι ο απελευθερωτικός αγώνας ενός αρχαίου έθνους για να ανακτήσει την πολιτική του ελευθερία στις ιστορικές του κοιτίδες, είναι απλώς μια επεκτατική εξόρμηση, όπως ακριβώς υποστηρίζουν οι Τούρκοι ιστορικοί και διπλωμάτες.
Δεύτερη ιδέα αυτής της απόπειρας είναι η αμφισβήτηση της εθνικής μας συνέχειας, με επιλεκτική χρήση και διαστρέβλωση ακόμη και απόψεων του μέγιστου ιστορικού του έθνους Κων. Παπαρρηγόπουλου που ετόνιζε: «Η εθνότης αύτη διετηρήθη τοσούτον αναλλοίωτος καθ’ όλον το διάστημα της οσμανικής κυριαρχίας, ώστε δυνάμεθα να είπωμεν ότι το έθνος το διενεργήσαν την τελευταίαν επανάστασιν ουδαμώς, κατά τα συστατικά αυτού διέφερε του έθνους το οποίον ηναγκάσθη να υποκύψη εις τον ζυγόν». Μπορεί κατά την ύστερη βυζαντινή περίοδο το ελληνικό έθνος να αναμείχθηκε και να αφομοίωσε μια σειρά από φυλετικές ομάδες που κατήλθαν τότε ή και νωρίτερα, στον ελληνικό χώρο, «αλλά επί τουρκοκρατίας νέα ετερογενή στοιχεία δεν παρεισέφρησαν εντός της μεγάλης του ελληνικού έθνους ομάδος. Πολλοί χριστιανοί εξισλαμίσθησαν και συνετέλεσαν εις την αύξησιν του οσμανικού στρατού και πληθυσμού. Αλλ’ επί εκείνων όσοι διέσωσαν την ιδίαν θρησκείαν και γλώσσαν, ο οσμανικός όμιλος ουδόλως εθνολογικώς επενήργησε. Τα δύο στοιχεία έμειναν άμεικτα προς άλληλα, όπως το ύδωρ και το έλαιον. Το έθνος λοιπόν του 1821 υπήρξεν αυτό το έθνος του 1453. Ηθικώς, διανοητικώς και αριθμητικώς υπέστη αλλοιώσεις. Εθνολογικώς ουδεμίαν».
Τρίτη αρχή της διαβόητης πλέον αναθεωρητικής απόπειρας είναι η αναιδής αποκατάσταση της οθωμανικής κατοχής. Εδώ οι οργανωτές της επιχείρησης έκαναν το μοιραίο λάθος. Διότι απεκάλυψαν τις προθέσεις τους. Την πάση θυσία γεφύρωση ενός ιστορικού χάσματος χάριν προδήλων εμπορικών φιλοδοξιών των εμπνευστών και σπονσόρων τους. Οι συμφορές τις οποίες υπέστη το ελληνικό έθνος τα 400 χρόνια της δουλείας, που για ορισμένες περιοχές, ήταν σχεδόν διπλάσια, οι βίαιοι εξισλαμισμοί και οι εξωμοσίες για την απαλλαγή από τις αφόρητες καταπιέσεις, η διά πυρός και σιδήρου τουρκοποίηση της Μικράς Ασίας (που γνωρίζει από τον 11ο αιώνα την τουρκική βαρβαρότητα), οι ταπεινώσεις, οι αναρίθμητοι νεομάρτυρες, τα συνεχή επαναστατικά κινήματα, οι εκπατρισμοί, η ηθική αλλοίωση και η δημογραφική αποψίλωση, η κατάκτηση που «εμάρανεν επί πολύν χρόνον πάσαν αφορμήν πολιτισμού εν ταις αρχικαίς ταύταις αυτού εστίαις» στερώντας τον παγκόσμιο πολιτισμό από θησαυρούς ανεκτίμητους (μόνο στην Άλωση του 1453, μαρτυρεί ο καρδινάλιος Ισίδωρος, καταστράφηκαν στις βιβλιοθήκες της Πόλης πάνω από 120.000 τόμοι χειρογράφων), η διάλυση του εν γένει πολιτικού βίου, δεν φαίνεται να συγκινούν τους εμπνευστές της τηλεοπτικής παραχάραξης.
Κι όμως. Έστω «μειούμενον ολεθρίως κατά τον πληθυσμόν, την ευπορίαν, και την διανοητικήν και ηθικήν διάπλασιν», το ελληνικό έθνος, όπως έγραψε ο Κ. Παπαρρηγόπουλος, επέζησε διότι «οι πατέρες ημών δεν έστερξαν την νέαν αυτών τύχην. Ουκ ολίγοι απεδήμησαν, οι δε πλείστοι υπέκυψαν μεν εξ ανάγκης, αλλά πάντοτε καθ’ εαυτούς διαμαρτυρόμενοι και επαναστατούντες εκ διαλειμμάτων οσάκις εύρισκον προς τούτο επιτηδείαν περίστασιν… Οι μόνοι δε οριστικώς διαλλαγέντες προς την νέαν των πραγμάτων κατάστασιν υπήρξαν οι διά του εξισλαμισμού εις τας τάξεις αυτής αυτομολήσαντες». Όπως, καλή ώρα, οι ιστορικοί αναθεωρητές μας που έφθασαν να ομιλούν για εντυπωσιακή οικονομική ανάπτυξη τους πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας. Δεν είπαν βέβαια ότι το οθωμανικό κράτος στην μέγιστη εσωτερική ακμή του, αρχές του 17ου αιώνα, είχε το ένα δέκατο των δημοσίων προσόδων που είχε το Βυζάντιο την εποχή της Μακεδονικής δυναστείας, σε έκταση πολύ μικρότερη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Εκτός και αν ως πράξη ανάπτυξης θεωρούν το παιδομάζωμα, τον διαρκή φόρο αίματος των χριστιανικών πληθυσμών (ο Παπαρρηγόπουλος κάνει λόγο για 1.000.000 παιδιά τα οποία αρπάχθηκαν και εντάχθηκαν στους γενιτσάρους) και τις όλο και βαρύτερες καταχρήσεις των οργάνων της κατοχής και των ντόπιων συνεργατών τους που έκαμναν έναν αυτόπτη μάρτυρα, τον Γερμανό Γκέρλαχ να γράφει πώς «πολλάκις αι δυστυχείς μητέρες ανατείνουσαι τας χείρας προς τον ουρανόν ικέτευον τον Ύψιστον ν’ ανακαλέση παρ’ εαυτώ τους παίδας αυτών, ίνα μη περιπέσωσιν εις την εξουσίαν των απίστων». Ιδού πώς απαλείφθηκαν τα τουρανικά χαρακτηριστικά από το νεώτερο τουρκικό έθνος: Με τον διαρκή φόρο αίματος.
Και ασφαλώς δεν ήταν πράξη μεγαλοψυχίας ή ανεκτικότητας ότι δεν επιχειρήθηκε γενικός εξισλαμισμός. Απλώς, μια τέτοια εξέλιξη θα στερούσε τη φορολογική βάση των ραγιάδων που ήταν απαραίτητη για τον παρασιτικό βίο της κυρίαρχης οθωμανικής τάξης. Όχι πως έλειψαν περιπτώσεις ενδοτισμού και εκούσιου εξισλαμισμού ή το φαινόμενο γονείς να παραδίδουν πρόθυμα τα παιδιά τους για να ζήσουν με άνεση και να σταδιοδρομήσουν μέσα από τις τάξεις των κατακτητών. Μήπως όμως σε κάθε δουλεία δεν βλέπουμε το φαινόμενο αυτό; Μήπως στην περίπτωση μιας (μη γένοιτο) νέας κατάκτησης δεν θα βλέπαμε και πάλι την ίδια χαμέρπεια ή έστω την ίδια δειλία; Ήδη οι ελληνόφωνοι προπαγανδιστές του νεο- οθωμανισμού δεν συγκρατούνται από τον πόθο αυτής της προοπτικής. Άλλωστε και εδώ ο Παπαρρηγόπουλος είναι σαφής: «Τα μεγάλα αξιώματα αποδίδονταν εις τους εξωμότας».
Στην Ιστορία όμως δεν υπάρχουν μόνον αυτοί. Υπάρχουν ευτυχώς και εκείνοι που κρατούν τα έθνη ζωντανά. Και αυτοί υπήρξαν αναρίθμητοι στα σκοτεινά χρόνια της τουρκοκρατίας. Και δεν ήταν «ελληνόφωνοι» όπως τους ονομάζουν οι «ιστορικοί» αναθεωρητές αλλά Έλληνες. Έλληνες συνειδητοί. Ελληνόφωνοι είναι οι σύγχρονοι εθελόδουλοι, οι βερέμηδες οπαδοί του οράματος Νταβούτογλου. «Ουδέποτε ο χριστιανισμός της Ανατολής και ιδίως ο ελληνισμός, καθ’ όλον τον μακρόν και πολυώδυνον αυτού βίον, υπέστη φλεβοτομίαν οίαν επί της τουρκικής κυριαρχίας». Αυτή είναι η αλήθεια. Αν οι εξωμοσίες αξίζουν τη συμπόνια μας, γιατί δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να αντέξουν τις δυσκολίες της σκλαβιάς και υποκύπτουν έτσι για να απαλλαγούν από τις αφόρητες καταπιέσεις, ποιο αίσθημα ταιριάζει για όσους εξωμοτούν απλώς για να κερδοσκοπήσουν;
Αν το εμπόριο οδήγησε κάποιους συμπατριώτες μας σ’ αυτό το κατάντημα, η απάντησή μας πρέπει να’ ναι διπλή. Απάντηση επιστημονική για να καταδειχθούν τα απίστευτα ψεύδη που διακινούν αυτά τα συμφέροντα. Και απάντηση αγωνιστική, με διακοπή κάθε οικονομικής συναλλαγής με αυτά τα συγκροτήματα. Να είστε σίγουροι πως επειδή η ψυχή τους είναι η τσέπη τους αυτό θα τους ενοχλήσει περισσότερο από κάθε άλλο επιχείρημα. Αν δεν αντιδράσουμε σήμερα, αύριο ίσως να είναι αργά. Διότι «η βοή των πλησιαζόντων γεγονότων» ολοένα πλησιάζει, ολοένα δυναμώνει.
Πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό Ευθύνη, τ. 4, Μάρτιος 2011, το οποίο φιλοξενεί ένα ενδιαφέρον αφιέρωμα στην σύγχρονη λογοτεχνία της Κύπρου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου